Ένα και δυο, τρία και δυο, πέντε και δυο εφτά Βάλε κι άλλα δέκα και θα βγει δεκαεφτά Δύο οι έξι δώδεκα και πέντε πόσα αυτά Όσα και δεκάξι συν το δέκα μείων εννιά Εφτά να 'ναι οι ώρες σου Και δέκα οι στιγμές σου Που νόμισες πως μ' έκανες Τσιρότο στις ντροπές σου Η πόλη μου κοιμήθηκε Ή κάνει πως κοιμάται Σφιχτά τα μάτια έκλεισε Και λέει πως δε θυμάται Δύο διά του ένα κι άλλα οχτώ κι άλλα εφτά Όπως τριαντατέσσερα δια δύο δεκαεφτά Πέφτουνε οι ώρες και κινούνται τα λεπτά Δεν έχει πια λιοντάρια ψοφήσανε κι αυτά Πίσω το νόμο κοίταξε Και δες και πες αλεύρι Η μάστιγα που έτρεμες Ξυπνάει και σε γυρεύει Η πόλη μου κοιμήθηκε Ή κάνει πως κοιμάται Σφιχτά τα μάτια έκλεισε Και λέει πως δε θυμάται Δεκάξι, δεκαπέντε, δεκαοχτώ και δεκαεφτά Ξυπνήσανε τα πόδια και κλωτσάνε την κοιλιά Εξηνταπέντε οι μάστοροι κι ογδόντα οι γαλονάδες Πηράχτηκαν και τα 'βαλαν με τους πιτσιρικάδες Διακόσια χρόνια σου μιλώ Κι εσύ τα δάση καις Είναι καιρός για άμυνες Πιο επιθετικές Η πόλη μου κοιμήθηκε Ή κάνει πως κοιμάται Σφιχτά τα μάτια έκλεισε Και λέει πως δε θυμάται Χώρα της μεσόγειου χαϊδεμένη τα φιλιά Τέσσερις χιλιόμετρα χιλιάδες αμμουδιά Πόλη που κουρνιάζει σε εφτά λόφων αγκαλιά Εξήντα οχτώ χιλιάδες διά σαράντα δεκαεφτά