Παραδομένος στα βαθιά σου γίναν τα κύματα μεγάλα. Έχω για σένανε καημό, νιώθω να πέφτω στο κενό, όμως μου λείπουν τα φτερά σου. Μες το ποτήρι η φωνή σου να μου φωνάζει σ'αγαπάω. Γίναν οι νύχτες μαχαιριές, κόβουν στα δύο τις χαρές, που έζησα στην αγκαλιά σου. Και σε περίμενα όσο κι αν ήξερα, πως η καρδιά σου σε άλλα χέρια χτυπά. Κι όμως αντέχω ακόμα δίνω ψυχή και σώμα, στην αγκαλιά σου να πεθάνω ξανά. Ακόμα εδώ και πάλι να παρακαλάω, το χρόνο πίσω να γυρίσει να σε δω. Να δεις κι εσύ στα μάτια μου πόσο πονάω, το τελευταίο να σου πω το σ'αγαπώ. Προσπάθησα και απέτυχα να σε ξεχάσω, δεν τα κατάφερα από σένα να σωθώ. Όσο κι αν πάλεψα για να σε ξεπεράσω, πως να ξεχάσω έναν έρωτα θεό. Πως να ξεχάσω τη μορφή σου, ο χρόνος πάγωσε σε σένα. Έλα και διώξε τη βροχή, που μπαίνει μέσα στην ψυχή φέρε τον ήλιο με ένα βλέμμα. Και σε περίμενα όσο κι αν ήξερα, πως η καρδιά σου σε άλλα χέρια χτυπά. Κι όμως αντέχω ακόμα δίνω ψυχή και σώμα, στην αγκαλιά σου να πεθάνω ξανά. Κι όμως αντέχω ακόμα, κι ας με γονάτισες, κι αν την υπόσχεση που έδωσες δεν κράτησες. Δεν το πιστεύω πως ποτέ σου δε μ'αγάπησες, μείνε μαζί μου γιατί δίνω μάχες άνισες. Έλα πονάω έλα πάλι έλα σήμερα, έλα και σβήσε της καρδιάς μου τα εφήμερα. Είναι ο ήλος μου γεμάτος από σύννεφα, μα εγώ να ξέρεις άλλο τόσο θα περίμενα.