Από ασυνήθιστα κι ανθρώπινα κουσούρια
Εγώ είχα πάντα μόνο μια παραξενιά
Ποτέ δεν μ' άρεσε να κλείνω τα παντζούρια
Το θεωρούσα, κατά βάθος, γκαντεμιά
Αυτή η ιδέα και το φως του παραθύρου
Αυτή η αίσθηση, αυτή η ανοιχτωσιά
Βλέπω να απλώνεται η έννοια του απείρου
Κι είναι για μένα βάλσαμο μες στην καρδιά
Από ασυνήθιστα κι ανθρώπινα κουσούρια
Εγώ, σιγά, είχα, μονάχα, να... αυτό
Έτρεχα, έτσι, στο παράθυρο με φούρια
Και κάπως τύχαινε και κάτι να πετώ
Τη μία, πέταξα τη γόπα μου σβησμένη
Ούτε κατάλαβα πώς έγινε αυτό
Και, ξαφνικά, βλέπω τη φύση εκεί καμένη
Κι έτσι κατάλαβα πως το 'κανα εγώ
Την άλλη, να, πετάω ένα τόσο δα καρφάκι
Ήτανε στην τσέπη μου, δεν το 'θελα εδώ
Και, ξαφνικά, ακούω μια μαλακισμένη
Βγήκε το μάτι μου, γαμώτη μου, γαμώ!
Από ασυνήθιστα κι ανθρώπινα κουσούρια
Εγώ, σιγά, είχα, μονάχα, να... αυτό
Έτρεχα, έτσι, στο παράθυρο με φούρια
Και κάπως τύχαινε και κάτι να πετώ
Поcмотреть все песни артиста