Απ' την κοιλιά της μάνας μου με φόρα ξεπετάχτηκα Δεν βύζαξα, δεν έκλαψα, ξεκίνησα με μιας να περπατάω Στιγμή από τότε δεν σταμάτησα Πόλεις, χωριά, βουνά και θάλασσες περπάτησα Κι ακόμα περπατάω Τόπους πικρούς, μικρούς κι απέραντους περπάτησα Όλους τους πόνους τους συνάντησα Κι ακόμα περπατάω Μ' άγρια θεριά και τρυφερούς ανθρώπους βρέθηκα Γλέντησα κι έκλαψα μαζί τους μα δεν στάθηκα Πιο πέρα είχα να πάω Σαν τραγουδούσαν οι σειρήνες κι εγώ δέθηκα Του ορίζοντα τα βάθη ερωτεύτηκα Κι ακόμα περπατάω Με δαίμονες, με ειδήμονες και με σοφούς κουβέντιασα Μα με τα λόγια δεν ξεδίψαγα Πιο πάνω είχα να πάω Τη νοστιμάδα των λωτών δεν την ορέχτηκα Τον δρόμο που θυμόμουν εμπιστεύτηκα Κι ακόμα περπατάω Σκληρά σκοτάδια μ' εμποδίζανε και γέλαγα Μ' ένα τραγούδι μου τα έσπαγα Κι ακόμα περπατάω Ακόμα και στην άκρη του γκρεμού σαν έφτασα Δεν δίστασα, δεν δείλιασα, είπα δεν σταματάω Κι όσοι με είδαν να γκρεμίζομαι γελάστηκαν Απ' τ' άσπρα σύννεφα κρεμάστηκα κι ακόμα περπατάω