Ω ναοί ναοί προφήτες είδωλα Ω ναοί ναοί προφήτες ναοί Τέλους κανενός, καμιάς αρχής τη δική μου γνώμη φράχτης δεν ορίζει· είμαι του Τίποτε πανελεύτερος ο κράχτης Είμ' εγώ που σβήνω το Γιατί κι είμ' ο απαρνητής του Κάτι – Αεροπέρνα ακαβαλίκευτο της ερμιάς αδάμαστο άτι! – Ω ναοί, ναοί, προφήτες, είδωλα ω ναοί, ναοί, προφήτες, ναοί Ούτε μιας στιγμής δε γνώρισα για σε πόθο, φόβο, οργή· ποιος χτυπάει το δε στοχάζεται και ποιος τρέμει το δε ζει Μήτε πρόσπεσα στον ίσκιο σου και για να σου δεηθώ 'γώ δε δέθηκα τρεμάμενος με κανέναν ουρανό Και στη γλώσσα που τη μίλησα και (πού; πότε; πώς;) την πήρα και τη φύλαξα σα λείψανο ξεσκισμένο από πορφύρα Και στη γλώσσα που ξανάυφανα μ' όλα που έχω θησαυρίσει τα χρυσόλογα χιλιόλογα απ' Ανατολή και Δύση Μια πλανεύτρα λέξη αγρίκητη μια είναι μόνο· η προσευχή! Ω ναοί, προφήτες, είδωλα είδωλα, προφήτες, ναοί! Από σας μακριά όπου πάτησα με το πάτημά μου εφάνη το γραμμένο μαγιοβότανο το μελλούμενο βοτάνι