Πώς την ακούμε δίχως κρότο; Τι βγάζω απ' το καπέλο μου ενώπιον αγγέλων είναι κόλπο Και σκάει μέσ' τα χέρια σου κι αλλάζει όλο το χώρο Φυτέψαμε το σπόρο του κακού σε κάθε πόρο Η φύση μας τα πάρκα, κρότο, ρόδα, φούντα και κοπάνα Τρυπώ το σώμα μου με παραμάνα Βενζίνη πίνω μάνα, δε χαμογελώ Απλά το πρόσωπό μου σπάει και σφίγγεται σα τζιβάνα Μέσ' από την Αθήνα, κάπνα Το φως έχουν χάσει μέσ' απ' τα μάτια Τώρα δε ζουν, υποκρίνονται Μέσα στη λήθη που βυθίζονται, τί χρώμα έχει το κρύο; Το κρύο λευκό του νοσοκομείου μα Χάνεται πίσω από τα φώτα του κτήνος το σώμα Ο μάγος κεντάει τη πόλη με βελόνα Χάος στην επαναφορά, μυρίζει κίνδυνος Καλωσήρθατε στο φετινό χειμώνα Από κατοίκους περιφέρομαι Ζω και μεταφέρομαι Σε μέρη που ο νους σου δε θα διάλεγε να σκέφτεται Ο θάνατος είναι κοντά και έρχεται Μέσα απ' τα ρούχα μας περνάει Ανάμεσα στις ίνες πλάθεται, μετά σκορπάει Σ' ολόκληρο το σώμα σου σα τη γρίπη χτυπάει Με φωνές από πηγές φωτός το μυαλό μου πονάει Με δαίμονες στα χέρια μου κυλάει το μίσος μέσ' τις φλέβες μου Γι' αυτό κανείς από 'μάς δε μεθάει Ποιός σου 'πε ν' ανοίξεις το στόμα σου; Το πώμα αυτό στο στόμα σου Ώρα σου, να πάρεις τη φόρα σου, να πα ν' αυτοκτονήσεις Μετά να μου τηλεφωνήσεις, να ζητήσεις Έν' άλλο λόγο για ν' αποδημήσεις Νιώθω στα χέρια μου δονήσεις Ίσης τεχνικής μ' αυτής της κρίσης Ρουφώ και φτύνω φύσις Θες κι άλλο λόγο να λυγίσεις;