Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα Αλλού σε λέγανε Γιουδίθ, εδώ Μαρία Το φίδι σκίζεται στον βράχο με τη σμέρνα Από παιδί βιαζόμουνα, μα τώρα πάω καλλιά μου Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει Το χέρι σου που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου Για μια στιγμή αν με λύγισε, σήμερα δεν με ορίζει Βαμμένη, να σε φέγγει κόκκινο φανάρη Γιομάτη φίκια και ροδάνθη, αμφίβια μοίρα Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι Πρώτη φορά σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ πού μ' είδες Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει Τη νύχτα που θεμέλιωναν τις πυραμίδες Βαμμένη, να σε φέγγει φως αρρωστημένο Διψάς χρυσάφι, πάρε, ψάξε, μέτρα Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω Ως να μου γίνεις μοίρα, θάνατος και πέτρα Βαμμένη, να σε φέγγει φως αρρωστημένο Διψάς χρυσάφι, πάρε, ψάξε, μέτρα Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω Ως να μου γίνεις μοίρα, θάνατος και πέτρα