Και να, τι θέλω τώρα να σας πω Μες στις Ινδίες, μέσα στην πόλη της Καλκούτας, φράξαν το δρόμο σ' έναν άνθρωπο. Αλυσοδέσανε έναν άνθρωπο 'κει που εβάδιζε. Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχομαι να υψώσω το κεφάλι στ' αστροφώτιστα διαστήματα. Θα πείτε, τ' άστρα είναι μακριά κι η γη μας τόση δα μικρή. Ε, το λοιπόν, ό,τι και να είναι τ' άστρα, εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω. Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό, πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο, είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε. είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε. είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε. είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε. είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε. είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε. είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε. είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε.