Την Κυριακή είδα ένα όνειρο παράξενο Ήμουνα λέει στο παλιό το Ποτοσί Κάπου στα 4000 μέτρα υψόμετρο Τι άραγε να γύρευα πες μου κι εσύ Μες το παλιό virreinato του Περού Πριν γίνει η σημερινή η Βολιβία Mamitas και papachos του παλιού καιρού Σκυφτοί κι αμίλητοι δε σήκωναν αστεία Και κάτω από του Cerro Rico τη σκιά Παίζοντας κείνο το παιχνίδι με τις χάντρες Σε δρόμους από ασήμι κι άφωτα κελιά Λέγαν για το βουνό που έτρωγε τους άντρες Κρύβει στα σπλάχνα του ψιθύριζαν το διάβολο Που εμείς εδώ οι ιθαγενείς τον λέμε Τίο Κι απ' τον παράδεισο των ισπανών των άβολο Καλύτερα στην κόλαση και στο ορυχείο Κονκισταδόρες φεουδάρχες και αρτίστες Στις εκκλησίες ιερείς πιστοί και ικέτες Ασήμι, πόρνες, τυχοδιώκτες αριβίστες Στις λέσχες παίζαν τη ζωή τους χαρτοπαίχτες Κι ύστερα λέει σα να βρέθηκα στο σύγχρονο Το Ποτοσί της φτώχειας μα και της δυσχέρειας Muchacho εδώ "ya, no hay plata" μου φωνάζανε Στου θανατά τα ορυχεία και της μιζέριας Στην άλλοτε μεγάλη πόλη ξεθωριάσανε Οι δόξες και τα πλούτη που είχε ζήσει πριν Και μόνο κάτι gringos τώρα πια θαυμάζανε Τους πίνακες του Melchor Pérez Holguín Οι τυχοδιώκτες τώρα πια την κοπανήσανε Μα ακόμα στα ορυχεία πεθαίνουνε νωρίς Οι πόρνες κι οι αρχιερείς αποδημήσανε Και ούτε κόκκο ασήμι εκεί πια δε θα βρεις Μα όλη αυτή η ιστορία σα να μου θύμισε Κάτι απ'τη μοίρα του ασημιού και του χρυσού Και του Καθεδρικού η καμπάνα όταν ήχησε Έμοιαζε με της εκκλησίας της Ιερισσού Παράξενο παιχνίδι μου 'παιξε το όνειρο Στο ορκίζομαι δεν ξαναπίνω Κυριακή Με κάποιο κόλπο μαγικό μα και παμπόνηρο Κοιμήθηκα στο Ποτοσί και ξύπνησα Χαλκιδική